11 Ιαν 2023
Τα 16 SOS για να ρυθμίσετε τα χρέη σας σε 48 δόσεις
Χιλιάδες φορολογούμενοι με έκτακτες -ληξιπρόθεσμες και μη ληξιπρόθεσμες- οφειλές προς την εφορία έχουν τη δυνατότητα να τις ρυθμίσουν σε έως 48 μηνιαίες δόσεις, μέσω της πάγιας ρύθμισης χρεών προς τη Φορολογική Διοίκηση, που καθιερώθηκε με τον ν. 4646/2019. Στη μόνιμη αυτή ρύθμιση μπορούν να υπαχθούν οφειλές οι οποίες προέρχονται από φόρους κληρονομιών, από πρόσθετους φόρους και πρόστιμα που καταλογίστηκαν έπειτα από φορολογικό ή τελωνειακό έλεγχο, καθώς επίσης και από πάσης φύσεως πρόστιμα επιβληθέντα από διάφορες δημόσιες Αρχές και βεβαιωθέντα στις ΔΟΥ. Σύμφωνα, ειδικότερα, με τα όσα προβλέπονται στο άρθρο 43 του φορολογικού νόμου 4646/2019:
1 Οφειλές που έχουν βεβαιωθεί στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες, στα Ελεγκτικά Κέντρα και τα Τελωνεία αλλά δεν έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση ή διευκόλυνση τμηματικής καταβολής και αφορούν φόρους κληρονομιών, πρόσθετους φόρους και πρόστιμα από φορολογικούς ή τελωνειακούς ελέγχους, καθώς και μη φορολογικές οφειλές, όπως π.χ. πρόστιμα λόγω παραβάσεων του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, πρόστιμα για αυθαίρετη δόμηση και άλλες χρηματικές ποινές που έχουν μεταφερθεί και έχουν βεβαιωθεί στις ΔΟΥ μπορούν να ρυθμιστούν σε 24 έως 48 μηνιαίες δόσεις.
2 Το ποσό κάθε μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από 30 ευρώ.
3 Ο ακριβής αριθμός των δόσεων καθορίζεται από τη Φορολογική Διοίκηση, λαμβανομένων υπ’ όψιν εισοδηματικών κριτηρίων. Για οφειλέτες που είναι φυσικά πρόσωπα ο αριθμός των δόσεων καθορίζεται με βάση το ύψος της ρυθμιζόμενης οφειλής (του αθροίσματος αρχικού ποσού οφειλής, των ήδη συσσωρευμένων προσαυξήσεων και των τόκων της νέας ρύθμισης) και με βάση:
Είτε τον μέσο όρο του συνολικού εισοδήματος (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό ή τεκμαρτό) κατά τα τελευταία τρία φορολογικά έτη πριν από την αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση.
Είτε το συνολικό εισόδημα (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό ή τεκμαρτό) του αμέσως προηγούμενου φορολογικού έτους από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση, εφόσον αυτό είναι μεγαλύτερο.
Το ποσό εισοδήματος που λαμβάνεται υπ’ όψιν (ο μέσος όρος της τελευταίας τριετίας ή το εισόδημα του αμέσως προηγούμενου έτους) πολλαπλασιάζεται τμηματικά με προοδευτικά κλιμακωτό συντελεστή, κατά τον ακόλουθο τρόπο για το τμήμα του εισοδήματος:
α) Από 0,01 ευρώ έως 15.000 ευρώ με συντελεστή 4%.
β) Από 15.000,01 ευρώ έως 20.000 ευρώ με συντελεστή 6%
γ) Από 20.000,01 ευρώ έως 25.000 ευρώ με συντελεστή 8%.
δ) Από 25.000,01 ευρώ έως 30.000 ευρώ με συντελεστή 10%.
ε) Από 30.000,01 ευρώ έως 50.000 ευρώ με συντελεστή 12%.
στ) Από 50.000,01 ευρώ έως 75.000 ευρώ με συντελεστή 15%.
ζ) Από 75.000,01 ευρώ έως 100.000 ευρώ με συντελεστή 20%.
η) Πάνω από 100.000 ευρώ με συντελεστή 25%.
Καθένας από τους ανωτέρω συντελεστές μειώνεται ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων του οφειλέτη, κατά 1 εκατοστιαία μονάδα για 1 τέκνο, κατά 2 εκατοστιαίες μονάδες για 2 τέκνα και κατά 3 εκατοστιαίες μονάδες για 3 τέκνα και άνω.
Το ποσό που προκύπτει από τους υπολογισμούς βάσει της παραπάνω κλίμακας συντελεστών (το άθροισμα των γινομένων των τμημάτων του εισοδήματος με τους αντίστοιχους συντελεστές) ανάγεται σε μηνιαία βάση, κατόπιν διαίρεσής του με το 12. Στη συνέχεια το συνολικό ποσό της ρυθμιζόμενης οφειλής διαιρείται με το ποσό που έχει προκύψει από την αναγωγή σε μηνιαία βάση. Ο αριθμός των δόσεων προκύπτει από το ακέραιο μέρος του πηλίκου της τελευταίας αυτής διαίρεσης, υπό τον περιορισμό ότι το ποσό κάθε μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από 30 ευρώ. Σε περίπτωση που ο οφειλέτης έχει υποβάλει μηδενικές δηλώσεις για όλα τα φορολογικά έτη που λαμβάνονται υπ’ όψιν για τον καθορισμό της ικανότητας αποπληρωμής, χορηγείται ο μέγιστος αριθμός δόσεων, υπό τον περιορισμό ότι το ποσό κάθε μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 30 ευρώ.
4 Προκειμένου να καθοριστούν ο αριθμός και τα ποσά των μηνιαίων δόσεων που δικαιούται κάθε οφειλέτης-φυσικό πρόσωπο για να ρυθμίσει κάποιο έκτακτο χρέος του λαμβάνεται υπ’ όψιν το συνολικό πραγματικό δηλωθέν εισόδημά του. Για τον προσδιορισμό του εισοδήματος αυτού αθροίζονται όλα τα δηλωθέντα ποσά εισοδημάτων που έχουν επιβαρυνθεί με φόρο εισοδήματος ή έχουν απαλλαγεί από τον φόρο εισοδήματος ή έχουν φορολογηθεί με ειδικό τρόπο ή αυτοτελώς, ακόμη και αυτά που απαλλάχθηκαν ή εξαιρέθηκαν από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης.
5 Εναλλακτικά, για τον καθορισμό του αριθμού των δόσεων και του ύψους κάθε μηνιαίας δόσης, σε περίπτωση αίτησης για ρύθμιση έκτακτου χρέους λαμβάνεται υπ’ όψιν το τεκμαρτό εισόδημα αν αυτό είναι μεγαλύτερο από το πραγματικό.
6 Ο αριθμός των μηνιαίων δόσεων που καθορίζεται από τη Φορολογική Διοίκηση για τις έκτακτες οφειλές δεν μπορεί να είναι μικρότερος των 24, υπό τον περιορισμό ότι το ποσό κάθε μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 30 ευρώ. Ο οφειλέτης μπορεί, πάντως, να επιλέξει δόσεις λιγότερες των 24.
7 Για την υπαγωγή στη ρύθμιση είναι απαραίτητα:
α) Η αναλυτική δήλωση όλων των εισοδημάτων, περιουσιακών στοιχείων και τυχόν οφειλών προς τρίτα πρόσωπα.
β) Η διαπίστωση ότι έχουν υποβληθεί οι φορολογικές δηλώσεις της τελευταίας πενταετίας.
γ) Αν οι συνολικές βασικές οφειλές υπερβαίνουν το ποσό των 50.000 ευρώ, η προσκόμιση στοιχείων από τα οποία προκύπτει η πρόσκαιρη οικονομική αδυναμία και η δυνατότητα τήρησης των όρων της ρύθμισης, με υπογραφή για τον έλεγχο και την πιστοποίηση αυτών από ανεξάρτητο εκτιμητή. Για συνολικές βασικές οφειλές που υπερβαίνουν το ποσό των 150.000 ευρώ, πέραν της τήρησης των οριζόμενων στο προηγούμενο εδάφιο προϋποθέσεων απαιτείται η πρόσθετη παροχή εγγύησης ή διασφάλισης ή εμπράγματης ασφάλειας για το σύνολο αυτών. Ανεξάρτητος εκτιμητής θα προσδιορίζει την αξία της προσφερόμενης διασφάλισης.
8 Για την υπαγωγή στη ρύθμιση απαιτείται να υποβληθεί ηλεκτρονικά αίτηση-υπεύθυνη δήλωση σε ειδική εφαρμογή που έχει τεθεί σε λειτουργία στην ψηφιακή πύλη της ΑΑΔΕ, στην ηλεκτρονική διεύθυνση myaade.gov.gr. Η εφαρμογή ονομάζεται «Ρύθμιση οφειλών» και από τη στιγμή που ο ενδιαφερόμενος θα εισέλθει σ’ αυτήν, με τους κωδικούς του ΤΑΧΙSnet, πρέπει να επιλέξει «P7 Αίτηση πάγιας ρύθμισης οφειλών ν. 4152/2013, όπως αντικαταστάθηκε με τον ν. 4646/2019». Μεταξύ άλλων κατά τη συμπλήρωση της αίτησης, ο οφειλέτης πρέπει να βεβαιώσει υπεύθυνα ότι δεν έχει καταδικαστεί με ποινές φυλάκισης ή κάθειρξης για αδικήματα φοροδιαφυγής.
9 Η πρώτη δόση της ρύθμισης πρέπει να καταβάλλεται μέσα σε 3 εργάσιμες ημέρες από την ημέρα υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση, οι δε επόμενες δόσεις την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών.
10 Η καθυστέρηση πληρωμής μίας δόσης έχει ως συνέπεια την επιβάρυνση αυτής με προσαύξηση 15%. Η δόση αυτή με την αναλογούσα προσαύξηση πρέπει να καταβληθεί το αργότερο μέχρι την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας καταβολής της επόμενης δόσης.
11 Oι οφειλές που ρυθμίζονται σε 24 έως 48 δόσεις επιβαρύνονται με τόκο, ο οποίος υπολογίζεται με βάση το τελευταίο δημοσιευμένο μέσο ετήσιο επιτόκιο δανείων σε ευρώ χωρίς καθορισμένη διάρκεια αλληλόχρεων λογαριασμών που χορηγούνται από όλα τα πιστωτικά ιδρύματα στην Ελλάδα σε μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, όπως αυτό δημοσιεύεται από την Τράπεζα της Ελλάδος, πλέον 1,5%, ετησίως υπολογιζόμενο.
12 Η ρύθμιση χάνεται με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής, εάν ο οφειλέτης:
α) Δεν έχει καταβάλει εμπρόθεσμα μία δόση της ρύθμισης πέραν της μίας φοράς.
β) Καθυστερήσει την καταβολή της τελευταίας δόσης της ρύθμισης για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του ενός μηνός.
γ) Δεν έχει υποβάλει τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και του φόρου προστιθέμενης αξίας, καθ’ όλο το διάστημα της ρύθμισης καταβολής των οφειλών του και μέχρι την εξόφλησή τους.
δ) Δεν είναι ενήμερος στις οφειλές του από την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση και μετά.
ε) Εχει υποβάλει ελλιπή ή αναληθή στοιχεία προκειμένου να του χορηγηθεί η ρύθμιση.
13 Οι οφειλέτες που είναι συνεπείς στην εκπλήρωση των όρων της ρύθμισης μέχρι το πέρας αυτής, κατά την καταβολή της τελευταίας δόσης, απαλλάσσονται από την πληρωμή ποσού που ισούται με το 25% των τόκων που έχουν επιβαρύνει το ποσό των δόσεων της ρυθμιζόμενης οφειλής. Η απαλλαγή δεν μπορεί να υπερβαίνει το ύψος της τελευταίας δόσης.
14 Η υπαγωγή στην εν λόγω ρύθμιση τμηματικής καταβολής και η συνεπής συμμόρφωση σε αυτήν παρέχει στον οφειλέτη τα ακόλουθα ευεργετήματα:
α) Χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας από την αρμόδια ΔΟΥ μηνιαίας ισχύος, με την επιφύλαξη της επόμενης παραγράφου.
β) Αναβάλλεται η εκτέλεση ποινής φυλάκισης που τυχόν επιβλήθηκε για μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο ή, εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, διακόπτεται. Κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της ρύθμισης αναστέλλεται η παραγραφή του ποινικού αδικήματος.
γ) Αναστέλλεται η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων με την προϋπόθεση ότι η εκτέλεση αφορά μόνο οφειλές που ρυθμίζονται με τις διατάξεις αυτού του άρθρου. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές λαμβάνονται υπ’ όψιν για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται κατά τη διάρκεια αυτής και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις. Αν ο οφειλέτης απολέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.
15 Το Δημόσιο μπορεί να προβαίνει σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά του Δημοσίου και μέχρι το ύψος των οφειλών του, κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων και μετά τη συμμόρφωση του οφειλέτη στη ρύθμιση τμηματικής καταβολής που του χορηγήθηκε.
16 Το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα και μετά τη συμμόρφωση του οφειλέτη στη ρύθμιση τμηματικής καταβολής που του χορηγήθηκε:
α) Να επιβάλει κατασχέσεις και να εγγράφει υποθήκες σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη των συνυπόχρεων προσώπων ή των εγγυητών, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη.
β) Να μη χορηγεί αποδεικτικό ενημερότητας στα πρόσωπα της προηγούμενης περίπτωσης, ακόμη και αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις χορήγησης αυτού, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη.
γ) Να δίνει εντολή παρακράτησης μέρους ή του συνόλου της χρηματικής απαίτησης του οφειλέτη κατά τρίτων προσώπων, για την είσπραξη της οποίας ζητείται το αποδεικτικό ενημερότητας. Τα ποσά που εισπράττονται από την παρακράτηση ποσοστού απαίτησης του οφειλέτη λόγω της χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων ή κατόπιν συμψηφισμού, καλύπτουν δόση ή δόσεις της χορηγηθείσας ρύθμισης.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου